DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
to phrases
étançon m
agric. στήριγμα
agric., mech.eng. ορθοστάτης; μεταλλικό υποστήριγμα δίσκου; μεταλλικό πλαίσιο; μεταλλικό στήριγμα
coal., industr., construct. στύλος αντιστηρίξεως
transp., construct. προσωρινό υποστύλωμα; μπουντέλι
étancon m
industr., construct. στήριγμα
étançon
: 11 phrases in 4 subjects
Industry2
Labor law2
Mechanic engineering6
Metallurgy1