DictionaryForumContacts

   French
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
marge f
fin. αρχική εγγύηση; αρχική κατάθεση
marge v
commun. ανοχή λειτουργίας; περιθώριο λειτουργίας
comp., MS περιθώριο
environ. ζώνη
fin. διαφορά μεταξύ τιμής αγοράς και τιμής πώλησης; συμβατική προσαύξηση; αρχικό περιθώριο; περιθώριο ασφαλείας
interntl.trade. περιθώριο ελιγμού
"marge" v
el. συμπι-αποσυμπιεστές
marger v
commun. αφήνω περιθώρια; παρασελιδόνω
 French thesaurus
marge abbr.
abbr., mil. marécage
marᵍᵉ abbr.
abbr., mil. marécage
marge"
: 281 phrases in 29 subjects
Accounting5
Agriculture3
Chemistry1
Coal2
Commerce4
Communications19
Earth sciences10
Economics32
Electronics23
Environment1
Finances84
Forestry4
General10
Health care1
Hobbies and pastimes1
Industry3
Information technology17
Insurance7
Labor law1
Law6
Marketing8
Materials science3
Mathematics1
Medical3
Microsoft7
Sugar production4
Taxes2
Technology2
Transport17