DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
Μέσο Μαζικής Μεταφοράς
transp. transporte público
μέσο μαζικής μεταφοράς
environ. vehículo de transporte público
μέσο μαζικής μεταφοράς ΜΜΜ
environ. vehículo de transporte público