DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
to phrases
μπιμπικιασμένη επιφάνεια
industr., construct., met. marbrage m; peau d'orange; peau de crapaud
μπιμπικιασμένη επιφάνεια
: 3 phrases in 1 subject
Metallurgy3