DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
μίσθωση λειτουργική- v
account. lease operationele
μίσθωση v
law, transp. pacht
Μίσθωση κατά την οποία ο εκμισθωτής διαθέτει το α/φος, το πλήρωμα και έχει την ευθύνη της πτητικής εκμετάλλεσυης v
transp., avia. wet lease