DictionaryForumContacts

   Greek
Google | Forvo | +
συμπληρωματικός μηχανισμός στις συναλλαγές; συμπληρωματικός μηχανισμός που εφαρμόζεται στις συναλλαγές
commer., polit., fin. mecanismo complementar aplicável às trocas comerciais; mecanismo complementar das trocas