DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
yksisuuntainen
commun., IT μονόδρομος m
comp., MS ημι-αμφίδρομη λειτουργία
el. ημιαμφίδρομος m; μονοκατευθυντικός m; μονόπλευρος m