DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
virtapiiri form.
astronaut., transp. Κύκλωμα φορτίου
el. κύκλωμα μιας ηλεκτρικής γραμμής μεταφοράς; τριφασική γραμμή μεταφοράς
stat., earth.sc., el. ηλεκτρικό κύκλωμα; κύκλωμα ηλεκτρικής γραμμής
transp., el. κύκλωμα