DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
virta n
gen. ροή/παροχή υγρού
environ. ροή; παροχή υγρού; παλίρροια f
forestr. ποτάμι; ρέμα f
life.sc. υδατόρρευμα,ποταμός,ρεύμα,ροή,υδατίνη δέσμη
phys.sc., el. ρεύμα f; ένταση ρεύματος
Virta n
comp., MS Λειτουργία m
virta
: 9 phrases in 4 subjects
Chemistry1
Earth sciences5
Electronics1
Information technology2