DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
vinous n
commun. λόξωση
comp., MS στρέβλωση m
industr., construct. λόξεμα; στράβωμα f
IT γωνιακή απόκλιση
stat. αυμμετρία f; λοξότητα f
vinous
: 1 phrase in 1 subject
Statistics1