DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
viistekulma form.
chem. τομή κατά λοξή γωνία; γωνία λοξοτομής; γωνία πλαγιοκοπής; γωνιοτομή; λοξοτομή
industr., construct., mech.eng. γωνία λοξοτομίας
mech.eng. γωνία κωνικού ανοίγματος γλειφάνου
met. γωνία λοξοτομής του άκρου συγκολλήσεως; γωνία φρέζας του άκρου συγκολλήσεως