DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
viemäri form.
environ. διάθεση αποχέτευση των λυμάτων; εσωτερική αποχέτευση; οχετός εκκένωσης (cloaca); υπόνομος (cloaca)
forestr. αποστράγγιση
transp., environ., construct. διάθεση αποχέτευσης; διάθεση άχρηστου ύδατος
viemäri- form.
environ. αμαρικός