DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
varastoimisaika form.
gen. χρόνος κατά την αποθήκευση; διάρκεια αποθήκευσης; διάρκεια αποθήκευσης προϊόντος; διάρκεια ζωής προϊόντος; χρόνος διατηρήσεως εν αποθηκεύσει; χρονικό όριο αποθήκευσης
market., mater.sc. ανάλωση κατά προτίμηση μέχρι