DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
valvonta n
gen. συνεχής παρατήρηση,συνεχής επαγρύπνιση,συνεχής παρακολούθηση
bank., fin. εποπτεία m
environ. επιτήρηση; επαγρύπνηση; έλεγχος/ρύθμιση/χειρισμός/χειριστήριο/επαλήθευση m; Επιτήρηση; επιτήρηση/επαγρύπνηση
met., construct. επίβλεψη
stat. έλεγχος m
tech., mech.eng. παρακολούθηση
valvonta
: 42 phrases in 10 subjects
Banking2
Communications3
Economics14
Environment6
Finances5
General1
Law4
Microsoft3
Statistics2
Transport2