DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
värinä n
agric., industr., construct. μάσημα
commun. μαρμαρυγή; τρεμούλιασμα f
earth.sc., transp. αεροελαστικές ταλαντώσεις
el. τεττιγισμός m; τιτιβισμός m; τρομώδης μεταβολή; γρήγορη διάλειψη; αυξομείωση; διακύμανση
health. δόνηση; τρέμουλο m
IT Τρεμοπαίξιμο
IT, dat.proc. τρεμόσβημα f; εξασθένιση
mech.eng. κοσκίνισμα τροχού
met., mech.eng. αυτοδιεγειρόμενες ταλαντώσεις
transp., mater.sc. φαινόμενο κώπησης; φαινόμενο φλάτερ
Värinä n
comp., MS Δόνηση
värinä
: 1 phrase in 1 subject
Earth sciences1