DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
turvallisuustarkastus form.
gen. έλεγχος; σωματική έρευνα ασφαλείας
IT έλεγχος διασφάλισης; ελεγκτής διασφάλισης
transp., mil., grnd.forc. επιθεώρηση ασφαλείας