DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
toimivalta n
commun. εντολή
lab.law. ικανότητα f
law εκτελεστικές αρμοδιότητες; αρμοδιότητες f; εξουσίες f; ικανότητα έκδοσης διοικητικών πράξεων; αρμοδιότητα f
law, environ. δικαιοδοσία/αρμοδιότητα/δωσιδικία f; αρμόδιo δικαστήριo, δικαιoδoσία
toimivalta
: 11 phrases in 4 subjects
Economics7
Labor law1
Law2
Marketing1