DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
tiivistäminen n
construct., mun.plan. αύξηση πυκνότητας κατοίκησης
econ. συμπύκνωση
environ. συμπύκνωση; κυλίνδρωση; συμπίεση; σύμπτυξη m; συμπύκνωση/συμπίεση/σύμπτυξη/κυλίνδρωση
industr. λάσπωμα
IT συμπίεση/αποσυμπίεση
met. εμπότιση
phys.sc. υγροποίηση
tiivistäminen
: 1 phrase in 1 subject
Microsoft1