DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
teollisuus form.
econ. κατασκευαστική βιομηχανία
environ. βιομηχανία; επιχείρηση; κλάδος; μεταποιητικό εμπόριο; βιομηχανία/επιχείρηση/κλάδος
fin. τομέας της μεταποίησης
industr. βιομηχανία κατασκευών; μεταποιητική βιομηχανία; βιομηχανία του δευτερογενούς τομέα; μεταποιητικές βιομηχανίες
teollisuus- form.
econ., agric. βιομηχανική
teollisuus
: 11 phrases in 2 subjects
Economics5
Environment6