DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
taito form.
environ. σκάφος; ειδικευμένη εργασία; λέμβος
transp., environ. σκάφος/λέμβος/ειδικευμένη εργασία
taito
: 1 phrase in 1 subject
Medical1