DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
sulku form.
gen. διακοπή παροχής
chem. ρυθμιζόμενη μπάρα; ρυθμιζόμενη ράβδος
construct. φράγμα κλεισίματος
environ. φράγμα; υδατοφράκτης
sulku
: 2 phrases in 2 subjects
Environment1
Industry1