DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
solu form.
commun. Κυψέλη
comp., MS κελί
environ. κύτταρο (βιολογία)
forestr. κύτταρο
IT κυψέλη
nat.sc. κύτταρον
phys.sc., environ. στοιχείο; δεξαμενή
solu
: 10 phrases in 2 subjects
Medical8
Statistics2