DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
säiliö form.
gen. χοάνη
agric. δοχείο οινοποίησης; μεταλλικό δοχείο; δεξαμενή οινοποίησης
environ. εμπορευματοκιβώτιο; δοχείο (συσκευασίας); περιέκτης; ταμιευτήρας (υδάτων); δεξαμενή (περισυλλογής)
mater.sc., el. αποθήκη; αποθηκευτικός χώρος
pharma., environ. εμπορευματοκιβώτιο/δοχείο συσκευασίας/περιέκτης
säiliö polttoaine form.
forestr. δεξαμενή; ρεζερβουάρ
säiliö
: 23 phrases in 6 subjects
Earth sciences4
Electronics3
Environment2
General1
Information technology1
Transport12