DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
regeneraattori form.
coal., met. αναζωογονητής
commun., IT επαναλήπτης/αναγεννητής
earth.sc., mech.eng. προθερμαντήρας παράλληλων ρευμάτων αντιθέτου φοράς; αναθερμαντήρας
el. κύκλωμα αναγεννήσεως; αναγεννητής
industr., construct., met. ανακομιστήρας θερμότητας; κάμαρα