DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
pylväs form.
construct. υποστύλωμα
el. ιστός; ιστός αναρτήσεως; πυλώνας αναρτήσεως; πυλώνας ηλεκτρικών γραμμών; πύργος αναρτήσεως; στήλη; στήλη επαφής flip-chip
forestr. πάσσαλος
mech.eng. ορθοστάτης κυκλικής διατομής; ορθοστάτης εργαλειομηχανής; κάθετος σκελετός; σκελετός; ευθεία ανάρτηση; στρογγυλή κολόνα
met., el., construct. ορθοστάτης
met., mech.eng. κολώνες-οδηγοί; κολώνες οδήγησης; κολώνες πρόσδεσης
transp., construct. στύλος; κίων; κολόνα