Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Finnish
⇄
Arabic
Bulgarian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Greek
Italian
Japanese
Lithuanian
Norwegian
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
pylväs
form.
construct.
υποστύλωμα
el.
ιστός
;
ιστός αναρτήσεως
;
πυλώνας αναρτήσεως
;
πυλώνας ηλεκτρικών γραμμών
;
πύργος αναρτήσεως
;
στήλη
;
στήλη επαφής flip-chip
forestr.
πάσσαλος
mech.eng.
ορθοστάτης κυκλικής διατομής
;
ορθοστάτης εργαλειομηχανής
;
κάθετος σκελετός
;
σκελετός
;
ευθεία ανάρτηση
;
στρογγυλή κολόνα
met., el., construct.
ορθοστάτης
met., mech.eng.
κολώνες-οδηγοί
;
κολώνες οδήγησης
;
κολώνες πρόσδεσης
transp., construct.
στύλος
;
κίων
;
κολόνα
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips