DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
puolanvaihto form.
industr., construct., chem. Aλλαγή κουβαριού; Παράδοση; πέρασμααπό το ένα μασούρι στο άλλο
tech., industr., construct. αλλαγή μασουριών