DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
portti n
commun., el. κύκλωμα πύλης
comp., MS θύρα f
el. ζεύγος ακροδεκτών
forestr. πύλη; θυρίδα f
industr., construct. αυλόπορτα f; εξώθυρα; πυλών
IT πόρτα f
mech.eng. άνοιγμα f; είσοδος m
portti
: 4 phrases in 2 subjects
Agriculture1
Microsoft3