DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
pinoaminen form.
agric. επισώρευση; στοίβαγμα
forestr. στοίβαξη
industr., construct., met. στοίβαγμαστην αποθήκη
transp. στοιβασία
pinoaminen
: 1 phrase in 1 subject
Agriculture1