DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
pesu form.
construct. απογύμνωση επιφανειακών αδρανών νωπού σκυροδέματος
environ. πλύση/πλύσιμο
industr. πλύσιμο
industr., construct. απολίπανση; έκπλυση; έκπλυση πολτού; πλύση του πολτού
rahan pesu form.
environ. λεύκανση
pesu
: 1 phrase in 1 subject
Environment1