DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
perusviiva form.
construct. γραμμή βάσεως
el. ευθεία βάσης
IT, dat.proc. γραμμή βάσης χαρακτήρα
life.sc., agric. βάσις εξαρτήσεως
life.sc., environ. βάση για γεωδαισία
mater.sc. γραμμή βάσης
scient. βάση
stat. γραμμή βάσης (esim. kuvion x-akseli)
transp., mater.sc. γραμμή αναφοράς
transp., nautic., fish.farm. βασική γραμμή αναφοράς
perusviiva esim. kuvion x-akseli form.
math. γραμμή βάσης