DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
osakkuusyritys form.
busin., labor.org. συγγενής επειχείρηση
econ. προσεταιρισμένη επιχείρηση; συνεργαζόμενη εταιρεία; συγγενική εταιρεία; συνδεδεμένη εταιρεία
econ., busin., labor.org. κοινοπραξία; συνεκμετάλλευση
econ., market. προσεταιρισμένη εταιρεία