DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
muuntaa n
comp., MS ανάδευση; μετασχηματισμός m
econ., pharma., nat.sc. αλλάζω
IT επαναμορφοτυπώ
IT, dat.proc. τροποποιώ
IT, tech. μετασχηματίζω m
med. μετατρέπω