DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
lepoaika form.
econ. χρόνος ανάπαυσης
health. διάλειμμα
health., lab.law. διάρκεια ανάπαυσης; ώρες ανάπαυσης
mech.eng. διάρκεια απενεργοποιήσεως
met. χρόνος παύσεως στο άνω σημείο του κύκλου
pharma., lab.law., el. περίοδος ανάπαυσης