DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
läpäisysuhde form.
el. παράγοντας μετάδοσης; συντελεστής διάδοσης
industr., construct., chem. συντελεστής διαφάνειας
nat.sc., mech.eng. διαπερατότητα; συντελεστής διαπερατότητας; συντελεστής μετάδοσης