DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
kyllästysaste form.
agric. βαθμός κορεσμού
earth.sc., mater.sc. βαθμός σχετικής εμπότισης; συντελεστής κορεσμού
life.sc., agric. μη κορεσμός
stat. κορεσμός; διαπότιση