DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
kuoria form.
agric. αποφλοιωμένο; εκλεπίζω τα κελλιά κηρήθρας; σχάση
industr., construct. αποφλοιώνω; αφαιρώ το βερνίκι; αφαιρώ το χρώμα; ξεφλουδίζω
met. αποξέω φολίδες; αποφολιδώνω
kuoria
: 1 phrase in 1 subject
General1