DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
kiertoaika form.
astronaut., transp. περίοδος περιστροφής δορυφόρου
commun. τροχιακή περίοδος
commun., transp. κατανομή περιόδου; περίοδος; διάρκεια περιόδου
forestr. περιστροφή; περίοδος περιστροφής
nat.sc. περίτροπος χρόνος