DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
kertyminen form.
agric., chem. αποθήκευση; συγκέντρωση
empl. διατήρηση
environ. συσσώρευση
health. διόγκωση κρούστας; επαύξηση
med. επίσχεση; κατακράτηση; συγκράτηση; διήθηση
kertyminen
: 2 phrases in 1 subject
Life sciences2