DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
katkonta form.
agric., industr., construct. εγκαρσία κατεύθυνσις τομής,εγκαρσία τομή
katkonta puunrungon form.
forestr. εγκάρσια κοπή; εγκάρσια τομή