DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
karsinta form.
agric. αποκλάδωσις,κλάδευσις
anim.husb. θανάτωση; σφαγή
forestr. αποκοπή πλαγίων βλαστών; αποκλάδωση; αποκοπή κλαδιών
forestr., industr., construct. αποκλαδώνω
karsinta
: 2 phrases in 2 subjects
Mathematics1
Statistics1