DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
kärki form.
agric. άκρο (apex)
environ. στιγμή
fish.farm. σκέλος; κεντρίδα αγκιστριού; μύτη αγκιστριού
hobby, agric. αιχμή του αγκιστριού
industr., construct. καθρέπτης καλαποδιού
mech.eng. ακίδα κεντραρίσματος
scient. κορυφή
transp., avia. εμπρόσθιο ρύγχος
kärki
: 17 phrases in 5 subjects
Chemistry3
Industry9
Mechanic engineering1
Natural sciences1
Transport3