DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
jakso n
agric. όροφος δασοσυστάδος
astronaut., transp. Κύκλος
comp., MS επεισόδιο m
IT Φυσική ομάδα; βασικός κύκλος λειτουργίας; μπλοκ; ομάδα; πλοκάδα; Ομάδα
stat. περίοδος m; κύκλος; φάση
transp. διάρκεια ζωής
jakso
: 10 phrases in 7 subjects
Communications3
Earth sciences1
Electronics1
Finances2
General1
Insurance1
Microsoft1