DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
ilmentäjälaji form.
environ. οργανισμός-ενδείκτης; οργανισμός δείκτης
forestr. βασικό είδος
life.sc., environ. είδος-ενδείκτης; χαρακτηριστικό είδος