DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
helmi form.
industr. πέρλα; χάντρα
industr., construct. σβώλος; σφαιρίδιο; σφαιρίδια
industr., construct., met. συσσωματώματα γυαλιού σε υαλοβάμβακα