DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
haarukka form.
hobby, transp. ναυτικό κλειδί σύνδεσης
industr., construct., met. πηρούνα; πηρούνα άκρων
IT, el. τετρασύρματη τερματική συσκευή; τετρασύρματη ομάδα απόληξης
transp., mech.eng. αναβολέας άρθρωσης ριναίου σκέλους προσγείωσης