DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
haaroitin form.
el. πολυπλέκτης; συμπλέκτης; ενδιάμεση λήψη
IT στοιχείο διακλάδισης
IT, el. απομαστευτής; προσαρμοσμένος απομαστευτής