DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
edellytys form.
gen. προϋπόθεση; παράγοντας διευκόλυνσης; στοιχείο που βελτιώνει την ικανότητα ανάπτυξης δυνάμεων
IT, dat.proc. αριστερό τμήμα; προηγούμενος; τμήμα υπόθεσης
law ρήτρα; όρος; ουσιαστική προϋπόθεση