DictionaryForumContacts

   Finnish
Google | Forvo | +
to phrases
aluslevy form.
construct. πλάκα βάσεως; βάση στηρίξεως
el. πλακίδιο πυριτίου; εναλλακτική χρήση
industr., construct., chem. Φορούσια πηγαδιούFο
aluslevy
: 1 phrase in 1 subject
Industry1