DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
verb | adjective | to phrases
Verteiler v
agric., construct. διανομεύς
agric., industr. διανεμητής
chem. σωλήνας εισαγωγής
chem., met. εξισωτικό υγρό
commun., industr., construct. τράπεζα διανομής
commun., IT ζεύξη διανομής; σελίδα διαδρομής
comp., MS διανομέας
construct. διαστρωτήρας αδρανών
el. πλαίσιο; κυτίο διανομής; πλαίσιο κατανομής
industr., construct., met. εξωτερικός δίσκος ινοποίησης
IT Διανομέας
IT, dat.proc. επιλογέας
mater.sc. διανομέας ρευστού
mech.eng., el. ντιστριμπιτέρ
met. κατανεμητής
met., mech.eng. μηχανικός τροφοδότης
transp., mater.sc. κατανεμητήρας
verteilen adj.
med. διανέμω; κατανέμω; μοιράζω
verteilen
: 54 phrases in 19 subjects
Agriculture6
Communications7
Construction3
Earth sciences1
Economy1
Electronics5
Environment1
General1
Government, administration and public services1
Industry2
Information technology3
Labor law1
Law5
Materials science2
Mechanic engineering9
Metallurgy1
Microsoft1
Statistics1
Transport3