DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
umbiegen v
mech.eng. κάμπτω; λυγίζω
transp., mech.eng. να ανοιχθούν οι μύτες μίας κοπίλιας; να αποχωρισθούν τα άκρα μίας περόνης ασφάλισης
Umbiegen v
life.sc. ανακαμπύλωση